Ονομάζεσαι Χριστιανός; Τόλμησε!

Τόλμησε να έχεις τις δικές σου πεποιθήσεις αντί να δέχεσαι χωρίς να τις εξετάζεις τις πεποιθήσεις των άλλων.

Τόλμησε να μένεις σταθερός σ' αυτές έστω κι αν οι άλλοι ακολουθούν την πλειοψηφία.

Τόλμησε να κάνεις το καλύτερο έστω κι αν οι άλλοι ικανοποιούνται με το μέτριο. Τόλμησε να είσαι απόλυτα τίμιος όταν οι άλλοι εξαπατούν και αδικούν.

Τόλμησε να είσαι απόλυτα ειλικρινής δεχόμενος τα λάθη σου και μη προσπαθώντας να τα επιρρίψεις σε άλλους.

Τόλμησε να να ζητήσεις συγνώμη από εκείνους που έχεις βλάψει έστω κι αν είναι αυτό σε βάρος της περηφάνιας σου.

Τόλμησε να συγχωρείς εκείνους που σε βλάπτουν χωρίς να παρασύρεσαι σε μικρότητες.

Τόλμησε να διατηρηθείς καθαρός ηθικά όταν οι άλλοι σε προκαλούν σε μια ανήθικη ζωή.

Τόλμησε να λες "όχι" σε αμαρτωλές ευχαριστήσεις που καταστρέφουν το σώμα, την ψυχή και το πνεύμα.

Τόλμησε να κρατήσεις το λόγο σου έστω κι αν αυτό σου κοστίσει.

Τόλμησε να αντιστέκεσαι πάντα στο κακό. Ήρωας δε είναι εκείνος που ενδίδει στους πειρασμούς και τις προκλήσεις των άλλων, αλλά εκείνος που τολμά να τους λέει "όχι" κα ι να νικά.

Διάβασε αργά... απάντησε ειλικρινά...

- Ευχαριστεί η ζωή μου το Θεό;
- Μελετώ τη Βίβλο μου καθημερινά;
- Απολαμβάνω τη χριστιανική μου ζωή;
- Έφερα ποτέ κάποια ψυχή στο Χριστό;
- Υπάρχει κάποιος που δεν μπορώ να συγχωρήσω;
- Πόση ώρα ξοδεύω σε προσευχή;
- Είχα ποτέ μια άμεση απάντηση σε προσευχή;
- Προσπαθώ να φέρω τους φίλους μου στο Χριστό;
- Σε ποιο ζήτημα αποτυχαίνω πιο συχνά;
- Υπάρχει κάτι που δεν μπορώ να απαρνηθώ για χάρη του Χριστού;
- Κάνω εγώ ο ίδιος κάτι που το κατακρίνω στους άλλους;

O Προσηλυτισμός

Eίναι η ποινικοποίηση της διάδοσης της πίστης.
Είναι γνωστό ότι κάθε πίστη διεκδικεί διάδοση. Είναι μάλιστα εύλογο οι θρησκευτικές μειονότητες να διεκδικούν με περισσότερο ζήλο την εξάπλωσή τους. Εμπόδιο σε αυτή την εξάπλωση θέλησε να σταθεί ο ποινικός νόμος του 1938 για τον προσηλυτισμό. Συγκεκριμένα, το αδίκημα του προσηλυτισμού ρυθμίζεται από το άρθρο 4 του α.ν. 1363/38, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του α.ν. 1672/39. Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 4 προβλέπει ότι «ο ενεργών προσηλυτισμό τιμωρείται διά φυλακίσεως και χρηματικής ποινής», ενώ η δεύτερη παράγραφος ορίζει ότι «προσηλυτισμός ιδία είναι η διά πάσης φύσεως παροχών ή δι’ υποσχέσεως τοιούτων ή άλλης ηθικής ή υλικής περιθάλψεως, διά μέσων απατηλών, διά καταχρήσεως της απειρίας ή εμπιστοσύνης ή δι’ εκμεταλλεύσεως της ανάγκης, της πνευματικής αδυναμίας ή κουφότητος άμεσος ή έμμεσος προσπάθεια προς διείσδυσιν εις την θρησκευτική συνείδησιν ετεροδόξων επί σκοπώ μεταβολής του περιεχομένου αυτής». Η τρίτη παράγραφος καθιστά την εκτέλεση της πράξης σε σχολείο ή σε μορφωτικό ή φιλανθρωπικό ίδρυμα ιδιαίτερα επιβαρυντική αιτία.

Κατά την πιθανότερη εκδοχή, άμεσος στόχος του νομοθέτη του 1938 ήταν οι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι ήδη από την εποχή εκείνη σημείωναν σοβαρές επιτυχίες προσέλκυσης πιστών. Βεβαίως, ο νόμος αυτός επηρέαζε και την δράση των υπολοίπων θρησκευτικών μειονοτήτων.

Από το 1938 και επέκεινα, λοιπόν, τα ποινικά δικαστήρια της χώρας, με προτροπές και παρεμβάσεις των επιτόπιων μητροπολιτών, καταδίκαζαν σε φυλάκιση όσους διένειμαν έντυπα μη ορθόδοξα, μιλούσαν για το Ευαγγέλιο ή άνοιγαν επίμονα συζητήσεις για το νόημα της ζωής ή τον ειρηνισμό.

Η γενική αυτή πρακτική δίωξης της διάδοσης της πίστης δεν σταμάτησε ούτε μετά τη ψήφιση του προστατευτικότερου για την θρησκευτική ελευθερία Συντάγματος του 1975.
Και τούτο διότι και μετά το 1975 ο Άρειος Πάγος δεν θεράπευσε τις νομοτεχνικές ατέλειες της ποινικής αυτής διάταξης. Ποιες είναι αυτές; Πρώτη η ενδεικτική και όχι εξαντλητική απαρίθμηση των τρόπων πραγμάτωσης της αντικειμενικής υπόστασης, με αποτέλεσμα να υπάρχουν περισσότερα του ενός εγκλήματα και, δεύτερη, το ενδεχόμενο διάπραξης του εγκλήματος από πρόσωπα που επιχειρούν να προσηλυτίσουν με μέσα που κάθε άλλο παρά αθέμιτα μπορούν να χαρακτηρισθούν.

Εν τούτοις, τα νομικά ζητήματα που γεννά η ποινική ρύθμιση για το αδίκημα του προσηλυτισμού δεν σταματούν εδώ. Ο Άρειος Πάγος στηρίζεται στο χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των «θυμάτων» του προσηλυτισμού για να αποδείξει την «κατάχρηση απειρίας», την «εκμετάλλευση της πνευματικής αδυναμίας» και την «εκμετάλλευση της κουφότητας». Επιπρόσθετα το ακυρωτικό δεν απαιτεί ο ενεργών τον προσηλυτισμό να υπερέχει σε μορφωτικό επίπεδο από τον υποψήφιο προσήλυτο (για τον οποίο έτσι και αλλιώς απαιτείται χαμηλό μορφωτικό επίπεδο), προκειμένου να αποδειχθούν η «αδυναμία», η «πνευματική απειρία» και η «κουφότητα» του προσήλυτου.

Τα ανωτέρω επιβεβαιώθηκαν από τις δύο σχετικές, καταδικαστικές, αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου: την Απόφαση Κοκκινάκης και την Απόφαση Λαρίσης και λοιποί. Και στις δύο αυτές Αποφάσεις, το Δικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε ότι παραβιάστηκε η θρησκευτική ελευθερία των προσφευγόντων διότι, στις προκειμένες περιπτώσεις, οι αποφάσεις του Αρείου Πάγου απλώς αναπαρήγαγαν την ατελή ποινική διάταξη, χωρίς να αιτιολογούν με ποιόν τρόπο ο προσφεύγοντες, Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά και Πεντηκοστιανοί αντιστοίχως, επιχείρησαν με απατηλά και παράνομα μέσα να μεταβάλουν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ορθόδοξων πάντοτε υποψήφιων προσηλύτων.

Στο κρίσιμο ερώτημα αν, σήμερα, που δεν συναντάμε πλέον καταδίκες των ποινικών δικαστηρίων για προσηλυτισμό, μπορεί να διασωθεί η ποινική διάταξη περί προσηλυτισμού, η απάντηση είναι αρνητική διότι, πρώτον, υφίσταται πάντοτε η απειλή άσκησης ποινικής δίωξης μετά από σχετική επιμέλεια του επιχώριου μητροπολίτη και, δεύτερον και κυριότερο, η διάταξη είναι αντισυνταγματική.

Η θέση αυτή βασίζεται στα ακόλουθα επιχειρήματα:
α) Η συγκεκριμένη διάταξη κολάζει ποινικά μόνο τον προσηλυτισμό σε βάρος της επικρατούσας θρησκείας. Αυτό προκύπτει από την πρόθεση του νομοθέτη, τον τίτλο του νομοθετήματος σε συνδυασμό με το περιεχόμενο των συνταγματικών επιταγών που εξειδίκευε και την πάγια νομολογία των ποινικών δικαστηρίων.

β) Εν τούτοις, το ισχύον άρθρο 13 παρ. 2 εδ. γ΄ του Συντάγματος 1975 θεσπίζει γενική απαγόρευση του προσηλυτισμού («ο προσηλυτισμός απαγορεύεται»), στην οποία περιλαμβάνεται και ο προσηλυτισμός υπέρ της επικρατούσας θρησκείας.

γ) Για να βρίσκεται σε συμφωνία με την νέα συνταγματική επιταγή, η διάταξη του άρθρου 4 του α.ν. 1363/38 θα έπρεπε να εφαρμοστεί αναλογικά και στους οπαδούς της επικρατούσας θρησκείας. Η επέκταση, όμως, του αξιοποίνου και σε άλλες περιπτώσεις, που δεν προβλέπονται από τον νόμο, προσκρούει στην βασική αρχή του ποινικού δικαίου nullum crimen nulla poena sine lege, που κατοχυρώνει το άρθρο 7 παρ. 1 Σ.

δ) Συνεπώς, η διάταξη του α.ν. 1363/38 δημιουργεί ανισότητα ανάμεσα στους οπαδούς της επικρατούσας και των άλλων θρησκειών, γιατί την καθιστά αξιόποινη μόνο για τους δεύτερους και γι’ αυτό τον λόγο αντίκειται στην αρχή της ισότητας και στην ελευθερία της λατρείας (άρθρα 4 παρ. 1 και 13 Σ).

Τέλος, θέλω να προσθέσω ένα ακόμη, συγκριτικό, επιχείρημα υπέρ της κατάργησης: το αδίκημα του προσηλυτισμού δεν συναντάται σε άλλη δυτικοευρωπαϊκή ποινική νομοθεσία, πλην της ελληνικής. Αντιθέτως, το ίδιο αδίκημα συναντούμε στα ακόλουθα θεοκρατικά ή απολυταρχικά καθεστώτα: στη Βόρειο Κορέα, στο Ισραήλ, στο Μαρόκο, στο Μπρουνέι, στο Νεπάλ, στην Αρμενία και στο Ουζμπεκιστάν.

Από την "Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του ανθρώπου"

Η έλλειψη θρησκευτικής ανοχής στην Ελλάδα

ΝΕΑ κρούσματα παραβίασης της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας στην Ελλάδα. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι τα σοβαρότατα αυτά ζητήματα έχουν πλέον προσλάβει διεθνή χαρακτήρα από τη στιγμή που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου έχει διαπιστώσει ότι σε πολλές περιπτώσεις ο τρόπος με τον οποίο η ελληνική πολιτεία αντιμετωπίζει τις θρησκευτικές μειονότητες συνιστά κατάφωρη παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Σύμβαση που έχει κυρωθεί από την Ελλάδα και που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού δικαίου υπερισχύοντας κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, σύμφωνα με το άρθρο 28, παρ. 1 του Συντάγματος.

Δυστυχώς, ελάχιστα απασχόλησε τον ελληνικό Τύπο το γεγονός ότι στις 24 Φεβρουαρίου 1998 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αθώωσε τους Ελληνες αξιωματικούς του στρατού που είχαν κατηγορηθεί για προσηλυτισμό σε "βάρος" πολιτών, επειδή είχαν εκφραστεί υπέρ των θρησκευτικών αντιλήψεων της Πεντηκοστιανής Προτεσταντικής Εκκλησίας. Το δικαστήριο δέχτηκε την ύπαρξη τέτοιου αδικήματος για τις περιπτώσεις των αποδεκτών που ήταν στρατιωτικοί κατώτερης βαθμίδας από τους κατηγορούμενους (και, συνεπώς, σύμφωνα με την πλειοψηφία, "ευεπίφοροι" σε "επηρεασμό", που ισοδυναμούσε ενδεχομένως με "καταναγκασμό"). Η ουσία της απόφασης όμως συνίσταται στην ορθή και ρητή απόρριψη, εκ μέρους του δικαστηρίου, της προβληματικής έννοιας του "προσηλυτισμού", όταν με αυτήν αποδίδεται η ελεύθερη διάδοση θρησκευτικών απόψεων που έχει ως αποδέκτες τους πολίτες. Επομένως, για άλλη μια φορά, αποδοκιμάζεται από την ευρωπαϊκή δικαιική τάξη η μεσαιωνική πρακτική της Ελλάδας να επιμένει να ποινικοποιεί (με τον μεταξικό νόμο 1363/38) την ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων, που αποτελεί συστατικό στοιχείο της θρησκευτικής ελευθερίας.

Πρέπει να σημειωθεί, προς άρση κάθε παρεξήγησης, ότι, σύμφωνα με τις διεθνείς διατάξεις, η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης περιλαμβάνει την ελευθερία επιλογής, διατήρησης, αλλαγής ή εγκατάλειψης μιας συγκεκριμένης θρησκείας χωρίς δυσμενείς επιπτώσεις. Γεγονός που προϋποθέτει εξ ορισμού την ύπαρξη ελευθερίας ανταλλαγής θρησκευτικών απόψεων, δηλαδή ακόμη και την ελευθερία άσκησης προπαγάνδας. Συνεπώς, το νοηματικό πεδίο της θρησκευτικής ελευθερίας είναι πολύ πιο διευρυμένο από αυτό της "ανεξιθρησκείας", που σημαίνει απλή ανοχή μιας ήδη σχηματισμένης αντίθετης θρησκευτικής πεποίθησης. Ετσι, στη σημερινή εποχή οι διεθνείς συμβάσεις κατοχυρώνουν πλέον τη θρησκευτική ελευθερία, όχι απλώς την ανεξιθρησκεία (η οποία εξάλλου είχε εμφανιστεί με επίσημη μορφή το 313 μ.Χ. με το Διάταγμα των Μεδιολάνων).

Με βάση αυτά τα δεδομένα, πρέπει να θεωρηθεί ως απαράδεκτη η ποινική δίωξη της Εύας Ανδρουτσοπούλου για "προσηλυτισμό", δηλαδή για εγκωμιαστικό της σχόλιο υπέρ του βουδισμού στο χώρο ενός ιδιωτικού φροντιστηρίου γερμανικής γλώσσας, όπου δίδασκε. Μάλιστα, η εισαγγελική αυτή ενέργεια συνάδει προς το γενικότερο κλίμα ιδεολογικής τρομοκρατίας που καλλιεργεί ο μητροπολίτης Μαρωνείας κ. Δαμασκηνός, που αποστέλλει επιστολές σε δημόσιες υπηρεσίες και επαγγελματικούς συλλόγους ζητώντας να ληφθούν μέτρα κατά των "αλλόθρησκων". Η δίκη της Εύας Ανδρουτσοπούλου μετατέθηκε για τον προσεχή Ιούνιο, αναβάλλοντας έτσι και τον βέβαιο διεθνή διασυρμό της χώρας.

Επίσης, πριν από δύο μήνες, ο Πανελλήνιος Ευαγγελικός Σύνδεσμος αποκάλυψε ότι η Διεύθυνση Ασφαλείας της Ελληνικής Αστυνομίας στη Θεσσαλονίκη, η οποία δεν διενήργησε κανενός είδους επιτόπια έρευνα, μήνυσε όλους τους υπεύθυνους των "ετερόδοξων" ευκτήριων οίκων της Θεσσαλονίκης για "παραβίαση του άρθρου 1 του νόμου 1363/38" επειδή τάχα λειτουργούσαν χωρίς άδειες τις εκκλησίες τους. Παρ' όλο που η σχετική μήνυση ήταν απολύτως ψευδής, διότι όλες οι ευαγγελικές εκκλησίες είχαν άδειες του υπουργείου Παιδείας, υπενθυμίζεται ότι η υπαγωγή της λειτουργίας ευκτηρίων οίκων σε νομικό καθεστώς που απαιτεί προηγούμενη άδεια από τη διοίκηση αντιτίθεται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση, και μάλιστα έχει προκαλέσει την απερίφραστη καταδίκη της Ελλάδας στην υπόθεση Μανουσάκη. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση αυτή έχει ήδη καταστήσει παντελώς παράνομο το ισχύον καθεστώς της "προηγούμενης άδειας".

Εξίσου αρνητικό ήταν και το μήνυμα που εξέπεμψε πρόσφατα το Συμβούλιο της Επικρατείας. Η αλήθεια είναι ότι το ανώτατο ελληνικό Διοικητικό Δικαστήριο δεν μας είχε συνηθίσει σε κοντόφθαλμη θεώρηση των πραγμάτων. Γι' αυτό κρίνεται ως αδικαιολόγητη η πρόσφατη απόφασή του, σύμφωνα με την οποία οι δωρεές ακινήτων από δήμους ή κοινότητες είναι επιτρεπτές μόνο εφόσον γίνονται σε ενορίες που υπάγονται στην Εκκλησία της Ελλάδος ή "σε ευρύτατα διαδεδομένη θρησκεία στη χώρα μας". Ετσι, ακυρώθηκε η παραχώρηση οικοπέδου 1,5 στρέμματος από το Δήμο Αχαρνών προς την Εκκλησία των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών (Παλαιοημερολογιτών), που είχε γίνει προκειμένου να ανεγερθεί εκκλησία και πνευματικό κέντρο για την εξυπηρέτηση θρησκευτικών αναγκών πολιτών της περιοχής. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η ανωτέρω απόφαση παγιώνει το καθεστώς δυσμενών νομικών διακρίσεων εις βάρος κάθε Εκκλησίας πλην της επίσημης.

Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στην περίπτωση του Μεχμέτ Εμίν Αγά, που εξακολουθεί να διώκεται στην Ελλάδα επειδή διένειμε σε μουσουλμάνους της Θράκης γραπτά μηνύματα θρησκευτικού περιεχομένου, υπογράφοντάς τα ως Μουφτής Ξάνθης. Γεγονός που για τις εισαγγελικές αρχές αποτελεί "σφετερισμό" του σχετικού αξιώματος και συνιστά "αντιποίηση αρχής" βάσει του άρθρου 175 του ποινικού κώδικα. Θυμίζουμε εδώ πως στην Ξάνθη υπάρχει ένας διορισμένος από την πολιτεία μουφτής που έχει και δικαστικές αρμοδιότητες. Και ένας εκλεγμένος από τμήμα της μειονότητας μουφτής που εκτελεί μόνο θρησκευτικά και όχι δικαστικά καθήκοντα, άρα δεν εμπλέκεται με την πολιτεία ώστε να δημιουργούσε ενδεχομένως πρόβλημα πραγματικής "αντιποίησης". Είναι λυπηρό που για άλλη μια φορά η ποινικοποίηση της αντίθετης άποψης είναι το κύριο μέλημα της ελληνικής πολιτείας, κατά παράβαση όχι μόνο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, αλλά και του Διεθνούς Συμφώνου για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, που κυρώθηκε πέρσι από τη Βουλή των Ελλήνων.

Νάσος Θεοδωρίδης
Νομικός Σύμβουλος του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των συμφωνιών του Ελσίνκι

Υπάρχει ο Θεός; Υπάρχει απόδειξη για την ύπαρξη του Θεού;

Πώς γνωρίζω ότι υπάρχει ο Θεός;

Γνωρίζω ότι υπάρχει ο Θεός επειδή μιλώ καθημερινά με Αυτόν. Δεν Τον ακούω να μου απαντά με φωνή, αλλά αισθάνομαι την παρουσία Του, αισθάνομαι την καθοδήγησή Του, γνωρίζω την αγάπη Του, λαχταρώ για το έλεός Του.
Πράγματα που συνέβησαν στη ζωή μπορούν να εξηγηθούν μόνο με το Θεό.
Ο Θεός θαυματουργικά με έσωσε και άλλαξε τη ζωή μου, έτσι, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να αναγνωρίσω και να δοξάζω την ύπαρξή Του. Κανένα άλλο επιχειρήμα δεν μπορεί αφ εαυτού να πείσει εκείνον που αρνείται να αναγνωρίσει εκείνο που είναι τόσο σαφές. Και τέλος, η ύπαρξη του Θεού πρέπει να αποδειχθεί με την πίστη (Εβραίους 11:6).
Η πίστη στη ύπαρξη του Θεού δεν είναι βήμα στα τυφλά, αλλά σίγουρο βήμα σε καλά φωτισμένο μέρος που το 90% των ανθρώπων ήδη βρίσκεται.

Τι σημαίνει να είσαι αναγεννημένος Χριστιανός;

Τι σημαίνει να είσαι αναγεννημένος Χριστιανός;

Κλασικό χωρίο από τη Βίβλο που δίδει απάντηση σε αυτό το ερώτημα είνα το κατά Ιωάννην 3:1-21. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός συζητά με το Νικόδημο, διαπρεπή Φαρισαίο και μέλος του Συνεδρίου( ένας από τους άρχοντες των Εβραίων). Ο Νικόδημος ήρθε στον Ιησού κατά τη νύχτα έχοντας ερωτήματα για τον Ιησού.

Κατά την συζήτηση με τον Νικόδημο, ο Ιησούς είπε "... H αλήθεια είναι, και σου το τονίζω, πως αν κάποιος δε γεννηθεί ξανά, δεν μπορεί να δει τη βασιλεία του Θεού." Ο Νικόδημος τον ρώτησε, " Πώς μπορεί να γεννηθεί ένας άνθρωπος τη στιγμή που είναι κιόλας γέρος; Mπορεί μήπως να μπει στην κοιλιά της μάνας του για δεύτερη φορά και να ξαναγεννηθεί; Ο Ιησούς του απάντησε, "Πράγματι, σε βεβαιώνω, αν δε γεννηθεί κανείς από το νερό και από το Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού. Eκείνο που έχει γεννηθεί από σάρκα είναι σάρκα, κι εκείνο που έχει γεννηθεί από το Πνεύμα είναι πνεύμα. Mην απορήσεις που σου είπα: Πρέπει να γεννηθείτε ξανά… " (Κατά Ιωάννην 3:3-7).

Η φράση “αναγεννημένος” κυριολεκτικά σημαίνει “γεννημένος εξ’ ουρανού.” Ο Νικόδημος είχε πραγματική ανάγκη. Του ήταν αναγκαία η αλλαγή της καρδιάς—πνευματική μεταμόρφωση. Η αναγέννηση, να είσαι αναγεννημένος είναι έργο του Θεού, και η αιώνια ζωή δίδεται σε αυτόν που πιστεύει (Β’ Κορινθίους 5:17; Προς Τίτου 3:5; Α’ Πέτρου 1:3; Α’ Ιωάννη 2:29; 3:9; 4:7; 5:1-4, 18). Κατά Ιωάννην 1:12,13 δείχνει ότι "αναγεννημένος" επίσης φέρνει την ιδέα του "να γίνουμε παιδιά του Θεού" δια της πίστεως στον Ιησού Χριστό.

Τίθεται λογικό ερώτημα , "Γιατί πρέπει το άτομο να αναγεννηθεί;" O Απόστολος Παύλος στην Επιστολή προς Εφεσίους 2:1 says, "Aυτός ολοκληρώνει κι εσάς που ήσασταν νεκροί εξαιτίας των παραπτωμάτων και των αμαρτιών..." Στην Επιστολή προς Ρωμαίους 3:23, "Γιατί όλοι αμάρτησαν και στερούνται τη δόξα του Θεού." Έτσι, ο άνθρωπος χρειάζεται να αναγεννηθεί για να του συγχωρεθούν οι αμαρτίες του καν να έχει σχέση με τον Θέο να αναγεννηθεί.

Πώς αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί; Στην επιστολή προς Εφεσίους 2:8,9 γράφει, " Γιατί, πράγματι, με παροχή χάρης έχετε σωθεί, μέσω της πίστεως. Kι αυτό δεν είναι επίτευγμα δικό σας. Eίναι δώρο του Θεού. Δεν είναι αμοιβή έργων. Σας το λέω για να μην τυχόν και καυχηθεί κανείς. " Όταν κάποιος είναι "σωσμένος," αυτός/αυτή είναι αναγεννημένος/η , πνευματικά ανανεωμένος , και τώρα είναι παιδί του Θεού σύμφωνα με την αναγέννηση. Όταν πιστεύουμε στον Ιησού Χριστό, Έκείνον που πλήρωσε το τίμημα της αμαρτίας, όταν πέθανε στο σταυρό, σημαίνει ότι είμαστε πνευματικά "αναγεννημένοι" . " Τώρα, λοιπόν, αν κανείς ανήκει στο Xριστό, είναι καινούργιο δημιούργημα..." (Β’ Κορινθίους 5:17α).

Αν ποτέ πίστεψες στον Κύριο Ιησού Χριστό ως Σωτήρα σου, είσαι έτοιμος να ακούσεις τη φωνή του Αγίου Πνεύματος ενώ μιλά στην καρδιά σου; Πρέπει να αναγεννηθείς. Θέλεις να προσευχηθείς την προσευχή της μετάνοιας και να γίνεις σήμερα καινούριο δημιούργημα στο Χριστό; "Σε όσους, όμως, τον δέχτηκαν, σε αυτούς έδωσε το προνόμιο να γίνουν παιδιά του Θεού, σε εκείνους δηλαδή, που πιστεύουν στο όνομά του. Δε γεννήθηκαν αυτοί από σαρκική μείξη, ούτε από ανθρώπινη θέληση, ούτε από ανδρική επιθυμία, αλλά από το Θεό γεννήθηκαν. " (Κατά Ιωάννην 1:12-13).

Αν θέλεις να δεχτείς τον Ιησού Χριστό ως Σωτήρα σου και να αναγεννηθείς, να μία απλή προσευχή. Θυμήσου, η προφορά αυτής η οποιαδήποτε άλλης προσευχής δεν θα σε σώσει. Μόνο η πίστη στο Χριστό μπορεί να σε σώσει από την αμαρτία. Αυτή η προσευχή είναι απλά ένας τρόπος που μπορείς να εκφράσεις την πίστη σου σ’ Αυτόν και να τον ευχαριστήσεις για την σωτηρία σου. "Θεέ μου, γνωρίζω ότι έχω αμαρτήσει εναντίον Σου και ότι αξίζω την τιμωρία . Αλλά ο Ιησούς Χριστός έλαβε την τιμωρία που εγώ αξίζω ούτως ώστε με την πίστη σ’ Αυτόν να μου συγχωρεθούν τα πάντα. Εγώ αποστρέφομαι από τις αμαρτίες μου και Σε εμπιστεύομαι για την σωτηρία μου. Ευχαριστώ για την θαυμάσια χάρη και συγχώρεση σου – το δώρο της αιώνιας ζωής! Αμήν!"

Η εξάπλωση των Ευαγγελικών στη Λατινική Αμερική ανησυχεί την Καθολική Εκκλησία

Η εξάπλωση των Ευαγγελικών στη Λατινική Αμερική ανησυχεί την Καθολική Εκκλησία
«To κίνημα των Ευαγγελικών έχει προκαλέσει μια «θρησκευτική έκρηξη» στη Βραζιλία» αναφέρει άρθρο του BBC Mundo. Σύμφωνα με το κείμενο, υπολογίζεται πως ένα 20% του πληθυσμού της χώρας είναι Ευαγγελικοί και η επιρροή της συγκεκριμένης εκκλησίας αυξάνεται ολοένα και περισσότερο. Αυτή η ανάπτυξη προκαλεί ανησυχία στην Καθολική Εκκλησία. Η επέκταση των Ευαγγελικών φαίνεται πως ήταν και ένας από τους λόγους που οδήγησαν τον Πάπα Βενέδικτο να μεταβεί ο ίδιος στην Βραζιλία, την χώρα με τους περισσότερους Καθολικούς στον κόσμο

Περίπου το 20% των Λατινοαμερικανών είναι Ευαγγελικοί. Υπολογίζεται πως στην Βραζιλία υπάρχουν περίπου 40 εκατομμύρια Ευαγγελικοί, που αντιπροσωπεύουν το 15% του πληθυσμού της χώρας με τα 188 εκατομμύρια κατοίκους. Μαζί με τους Ευαγγελικούς πρέπει να συνυπολογιστούν και τα άλλα προτεσταντικά δόγματα όπως είναι οι Πεντηκοστιανοί, η ανάπτυξη των οποίων είναι επίσης ραγδαία, όχι μόνο στη Βραζιλία αλλά στις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Ο Πάπας Βενέδικτος αν και δήλωσε από την Βραζιλία ότι η εξάπλωση των Ευαγγελικών του προκαλεί «μεγάλη στενοχώρια», δήλωσε πως αυτο την ίδια στιγμή δείχνει «δίψα για τον Θεό». Σύμφωνα με υπολογισμούς, περίπου το 20% του πληθυσμού σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική είναι Ευαγγελικοί. Στην Γουατεμάλα οι Ευαγγελικοί αντιπροσωπεύουν το 30% του πληθυσμού. Οι Εκκλησίες αυτές κατέχουν μέσα ενημέρωσης, ραδιόφωνα, ακόμη και τηλεοπτικούς σταθμούς.

Όπως είναι φυσικό, είναι μια σημαντική πηγή ψήφων, ενώ πολλά μέλη τους καταλαμβάνουν σημαντικές θέσεις στον δημόσιο βίο. Οι Ευαγγελικοί έχουν υιοθετήσει έναν τρόπο λατρείας πολύ πιο απλό από αυτόν της Καθολικής Εκκλησίας, βασισμένο κυρίως στην προσευχή και στο κήρυγμα χρησιμοποιώντας πολύ πιο απλή γλώσσα. Είναι Χριστιανοί που θεωρούν την Βίβλο ως τη μοναδική πηγή διδασκαλίας της Εκκλησίας και απορρίπτουν το θεσμό του Πάπα αλλά και την εξουσία του Βατικανού.

Από το www.americalatina.gr